Σκλαβενίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σκλαβενίτης | οι | Σκλαβενίτηδες |
γενική | του | Σκλαβενίτη* | των | Σκλαβενίτηδων |
αιτιατική | τον | Σκλαβενίτη | τους | Σκλαβενίτηδες |
κλητική | Σκλαβενίτη | Σκλαβενίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Σκλαβενίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σκλαβενίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣκλαβενίτης αρσενικό (θηλυκό Σκλαβενίτη ή Σκλαβενίτου)