Σκεύος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Σκεύος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈske.vos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σκεύ‐ος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σκεύος αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
Σκεύος
|
Δείτε επίσης : σκεύος |
Σκεύος αρσενικό
|