Σκαλούλα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Σκαλούλα | ||
γενική | της | Σκαλούλας | ||
αιτιατική | τη | Σκαλούλα | ||
κλητική | Σκαλούλα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /skaˈlu.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Σκα‐λού‐λα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Σκαλούλα θηλυκό, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Ηπειρωτικά Χρονικά, (1928), τόμος 3, σελ. 7