Δείτε επίσης: σεληνιώτισσα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Σεληνιώτισσα οι Σεληνιώτισσες
      γενική της Σεληνιώτισσας των Σεληνιωτισσών
    αιτιατική τη Σεληνιώτισσα τις Σεληνιώτισσες
     κλητική Σεληνιώτισσα Σεληνιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Σεληνιώτισσα < Σεληνιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /se.liˈɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Σε‐λη‐νιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Σεληνιώτισσα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Σεληνιώτης