Σδρένιας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Σδρένιας | οι | Σδρένιες & Σδρενέηδες |
γενική | του | Σδρένια | των | — Σδρενέηδων |
αιτιατική | τον | Σδρένια | τους | Σδρένιες & Σδρενέηδες |
κλητική | Σδρένια | Σδρένιες & Σδρενέηδες | ||
Προφέρεται ως παροξύτονο με συνίζηση στην κατάληξη. Επίσης, πληθυντικός με κατάληξη -αίοι. | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Κούγιας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Σδρένιας < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΣδρένιας αρσενικό (θηλυκό Σδρένια)