Περγαλιάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Περγαλιάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /peɾ.ɣaˈʎas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Περ‐γα‐λιάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠεργαλιάς αρσενικό (θηλυκό Περγαλιά)
Περγαλιάς αρσενικό (θηλυκό Περγαλιά)