↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Παρορίτισσα οι Παρορίτισσες
      γενική της Παρορίτισσας των Παροριτισσών
    αιτιατική την Παρορίτισσα τις Παρορίτισσες
     κλητική Παρορίτισσα Παρορίτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Παρορίτισσα < Παρορίτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pa.ɾoˈɾi.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πα‐ρο‐ρί‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Παρορίτισσα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Παρορίτης