Δείτε επίσης: παρακεντές

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παρακεντές οι Παρακεντέδες
      γενική του Παρακεντέ των Παρακεντέδων
    αιτιατική τον Παρακεντέ τους Παρακεντέδες
     κλητική Παρακεντέ Παρακεντέδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Τσελεμεντές (κλίση: καφές)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Παρακεντές < επάγγελμα παρακεντές[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /pa.ɾa.cenˈdes/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πα‐ρα‐κε‐ντές

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Παρακεντές αρσενικό (θηλυκό Παρακεντέ)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Παρακεντές σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.