Δείτε επίσης: παιανιώτισσα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Παιανιώτισσα οι Παιανιώτισσες
      γενική της Παιανιώτισσας των Παιανιωτισσών
    αιτιατική την Παιανιώτισσα τις Παιανιώτισσες
     κλητική Παιανιώτισσα Παιανιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Παιανιώτισσα < Παιανιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pe.aˈɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Παι‐α‐νιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Παιανιώτισσα θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Παιανιώτης