Παβία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Παβία | οι | Παβίες |
γενική | της | Παβίας | των | Παβιών |
αιτιατική | την | Παβία | τις | Παβίες |
κλητική | Παβία | Παβίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Παβία < (άμεσο δάνειο) ιταλική Pavia
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠαβία θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Παβία
|