Ξενόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ξενόπουλος | οι | Ξενόπουλοι & Ξενοπουλαίοι1 |
γενική | του | Ξενόπουλου & Ξενοπούλου |
των | Ξενόπουλων2 & Ξενοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Ξενόπουλο | τους | Ξενόπουλους3 & Ξενοπουλαίους |
κλητική | Ξενόπουλε | Ξενόπουλοι & Ξενοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ξενοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ξενοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΞενόπουλος αρσενικό (θηλυκό Ξενοπούλου)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Γρηγόριος Ξενόπουλος στη Βικιπαίδεια (1867−1951), Έλληνας λογοτέχνης και κριτικός, ακαδημαϊκός