Ξάφος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ξάφος | οι | Ξάφοι |
γενική | του | Ξάφου | των | Ξάφων |
αιτιατική | τον | Ξάφο | τους | Ξάφους |
κλητική | Ξάφο | Ξάφοι | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ξάφος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈksa.fos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ξά‐φος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ξάφος αρσενικό (θηλυκό Ξάφου)