Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Νεσθώτης οἱ Νεσθῶται
      γενική τοῦ Νεσθώτου τῶν Νεσθωτῶν
      δοτική τῷ Νεσθώτ τοῖς Νεσθώταις
    αιτιατική τὸν Νεσθώτην τοὺς Νεσθώτᾱς
     κλητική ! Νεσθῶτ Νεσθῶται
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Νεσθώτ
γεν-δοτ τοῖν  Νεσθώταιν
Συνήθως στον ενικό.
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νεσθώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νεσθώτης αρσενικό

  Πηγές επεξεργασία

  • Νεσθώτης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven