Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Νεοφιλαδελφιώτισσα οι Νεοφιλαδελφιώτισσες
      γενική της Νεοφιλαδελφιώτισσας των Νεοφιλαδελφιωτισσών
    αιτιατική τη Νεοφιλαδελφιώτισσα τις Νεοφιλαδελφιώτισσες
     κλητική Νεοφιλαδελφιώτισσα Νεοφιλαδελφιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Νεοφιλαδελφιώτισσα < Νεοφιλαδελφιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ne.o.fi.la.ðelˈfço.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Νε‐ο‐φι‐λα‐δελ‐φιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Νεοφιλαδελφιώτισσα θηλυκό

Άλλες γραφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Νεοφιλαδελφιώτης