Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μυκήνη οι Μυκήνες
      γενική της Μυκήνης των Μυκηνών
    αιτιατική τη Μυκήνη τις Μυκήνες
     κλητική Μυκήνη Μυκήνες
επίσης γενική πληθυντικού Μυκήνων
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μυκήνη θηλυκό

  1. Οι Μυκήνες (Μυκήναι) αρχαία πόλη της Αργολίδας κοντά στο βουνό Τρητός κι απέναντι απ' τον Αργολικό κόλπο. Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO
  2. γυναικείο όνομα
  3. νύμφη