Μετζελόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μετζελόπουλος | οι | Μετζελόπουλοι & Μετζελοπουλαίοι1 |
γενική | του | Μετζελόπουλου & Μετζελοπούλου |
των | Μετζελόπουλων2 & Μετζελοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Μετζελόπουλο | τους | Μετζελόπουλους3 & Μετζελοπουλαίους |
κλητική | Μετζελόπουλε | Μετζελόπουλοι & Μετζελοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Μετζελοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Μετζελοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μετζελόπουλος < + -όπουλος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜετζελόπουλος αρσενικό (θηλυκό Μετζελοπούλου)