Μαυροβίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μαυροβίτης | οι | Μαυροβίτηδες |
γενική | του | Μαυροβίτη* | των | Μαυροβίτηδων |
αιτιατική | τον | Μαυροβίτη | τους | Μαυροβίτηδες |
κλητική | Μαυροβίτη | Μαυροβίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μαυροβίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Μαυροβίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜαυροβίτης αρσενικό (θηλυκό Μαυροβίτη ή Μαυροβίτου)