Δείτε επίσης: Μαρουκώ
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μαρούκω οι Μαρούκες
      γενική της Μαρούκως των Μαρούκων
    αιτιατική τη Μαρούκω τις Μαρούκες
     κλητική Μαρούκω Μαρούκες
Ο πληθυντικός σε -ες είναι σπάνιος.
Κατηγορία όπως «τρελέγκω» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Μαρούκω < Μαρία• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /maˈɾu.ko/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μα‐ρού‐κω

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Μαρούκω θηλυκό