Δείτε επίσης: μαζιώτισσα

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μαζιώτισσα οι Μαζιώτισσες
      γενική της Μαζιώτισσας των Μαζιωτισσών
    αιτιατική τη Μαζιώτισσα τις Μαζιώτισσες
     κλητική Μαζιώτισσα Μαζιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μαζιώτισσα < Μαζιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /maˈzʝo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Μα‐ζιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μαζιώτισσα θηλυκό

  1. (πατριδωνυμικό) θηλυκό του Μαζιώτης
  2. προσωνυμία της Παναγίας σε μονή στα Καλάβρυτα

Συγγενικά επεξεργασία

  • → και δείτε τη λέξη Μάζι

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Μαζιώτης