Δείτε επίσης: Μίλτον

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Μίλτων οι Μίλτονες
      γενική του Μίλτονος των Μιλτόνων
    αιτιατική τον Μίλτονα τους Μίλτονες
     κλητική Μίλτων
Μίλτον*
Μίλτονες
* Κατά την αρχαία κλίση.
Τύποι από την αρχαία κλίση -ων, -ονος.
Κατηγορία όπως «νηογνώμων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Μίλτων < (λόγιο δάνειο) αγγλική Milton

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Μίλτων αρσενικό