Μέγδοβας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μέγδοβας | ||
γενική | του | Μέγδοβα | ||
αιτιατική | τον | Μέγδοβα | ||
κλητική | Μέγδοβα | |||
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Μέγδοβας < σλαβικής προέλευσης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈme.ɣðo.vas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μέ‐γδο‐βας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΜέγδοβας αρσενικό, μόνο στον ενικό
- ποταμός της Ελλάδας, ο Ταυρωπός
- ※ Διασχίζουμε τον Μέγδοβα ή Ταυρωπό ποταμό και στο νου μας αναπόφευκτα έρχεται η πόλη του ημίθεου Ηρακλή που πάλεψε με τον φοβερό Ταυρωπό για το χατίρι μιας γυναίκας.
- Κώστας Σπ. Τσίπηρας, Καρδίτσα – Αγραφα: Από τον κάμπο στις βουνοκορφές, Το Βήμα, 24 Νοεμβρίου 2008
- ※ Διασχίζουμε τον Μέγδοβα ή Ταυρωπό ποταμό και στο νου μας αναπόφευκτα έρχεται η πόλη του ημίθεου Ηρακλή που πάλεψε με τον φοβερό Ταυρωπό για το χατίρι μιας γυναίκας.
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Μέγδοβας στη Βικιπαίδεια