Λάντζος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Λάντζος < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈlan.d͡zos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Λάν‐τζος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Λάντζος αρσενικό (θηλυκό Λάντζου)
Λάντζος αρσενικό (θηλυκό Λάντζου)