Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κουρούνης οι Κουρούνηδες
      γενική του Κουρούνη των Κουρούνηδων
    αιτιατική τον Κουρούνη τους Κουρούνηδες
     κλητική Κουρούνη Κουρούνηδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Βαμβακάρης (κλίση: μανάβης)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κουρούνης < (παρωνύμιο) κουρούνα[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kuˈɾu.nis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κου‐ρού‐νης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κουρούνης αρσενικό (θηλυκό Κουρούνη)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Βλ. Κουρούνη σελ.104 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.