Κουρμαδιάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Κουρμαδιάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kuɾ.maˈðʝas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κουρ‐μα‐διάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚουρμαδιάς αρσενικό (θηλυκό Κουρμαδιά)
Κουρμαδιάς αρσενικό (θηλυκό Κουρμαδιά)