Κλαίλια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κλαίλια | οι | Κλαίλιες |
γενική | της | Κλαίλιας | των | (Κλαιλιών) |
αιτιατική | την | Κλαίλια | τις | Κλαίλιες |
κλητική | Κλαίλια | Κλαίλιες | ||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κλαίλια < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚλαίλια θηλυκό