Κιάφας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Κιάφας | οι | Κιάφηδες & Κιαφαίοι |
γενική | του | Κιάφα | των | Κιάφηδων & Κιαφαίων |
αιτιατική | τον | Κιάφα | τους | Κιάφηδες & Κιαφαίους |
κλητική | Κιάφα | Κιάφηδες & Κιαφαίοι | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Γρίβας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Κιάφας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈca.fas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κιά‐φας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚιάφας αρσενικό (θηλυκό Κιάφα)