Δείτε επίσης: κεραμιώτισσα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Κεραμιώτισσα οι Κεραμιώτισσες
      γενική της Κεραμιώτισσας των Κεραμιωτισσών
    αιτιατική την Κεραμιώτισσα τις Κεραμιώτισσες
     κλητική Κεραμιώτισσα Κεραμιώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Κεραμιώτισσα < Κεραμιώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ce.ɾaˈmɲo.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κε‐ρα‐μιώ‐τισ‐σα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Κεραμιώτισσα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Κεραμιώτης