Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κεντρωτής οι Κεντρωτήδες
      γενική του Κεντρωτή των Κεντρωτήδων
    αιτιατική τον Κεντρωτή τους Κεντρωτήδες
     κλητική Κεντρωτή Κεντρωτήδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Ραγκαβής (κλίση: μπαλωματής)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κεντρωτής < κεντρωτής (αυτός που μπολιάζει δέντρα)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /cen.dɾoˈtis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κε‐ντρω‐τής

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κεντρωτής αρσενικό (θηλυκό Κεντρωτή)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.