Καρμπούρης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Καρμπούρης < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kaɾˈbu.ɾis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Καρ‐μπού‐ρης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαρμπούρης αρσενικό (θηλυκό Καρμπούρη)
Δείτε επίσης : Κάρμπουρης |
Καρμπούρης αρσενικό (θηλυκό Καρμπούρη)