Καποτάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Καποτάς < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ka.poˈtas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Κα‐πο‐τάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαποτάς αρσενικό (θηλυκό Καποτά)
Δείτε επίσης : καπότας |
Καποτάς αρσενικό (θηλυκό Καποτά)