Καπνίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Καπνίτης | οι | Καπνίτηδες |
γενική | του | Καπνίτη* | των | Καπνίτηδων |
αιτιατική | τον | Καπνίτη | τους | Καπνίτηδες |
κλητική | Καπνίτη | Καπνίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Καπνίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Καπνίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΚαπνίτης αρσενικό (θηλυκό Καπνίτη ή Καπνίτου)