Δείτε επίσης: Καλλιανός

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Καλλιάνος οι Καλλιάνοι
      γενική του Καλλιάνου των Καλλιάνων
    αιτιατική τον Καλλιάνο τους Καλλιάνους
     κλητική Καλλιάνε Καλλιάνοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παλαιολόγος (κλίση: δρόμος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καλλιάνος < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kaˈʎa.nos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Καλ‐λιά‐νος

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καλλιάνος αρσενικό (θηλυκό Καλλιάνου)

Δείτε επίσης επεξεργασία

Μεταγραφές επεξεργασία