Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Ιουρασική
      γενική της Ιουρασικής
    αιτιατική την Ιουρασική
     κλητική Ιουρασική
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ιουρασική (εννοείται: περίοδος) < (άμεσο δάνειο) γαλλική Jurassique < από την οροσειρά Ιούρα (Jura) στην Ελβετία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ιουρασική θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία