Θεοδώτης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Θεοδώτης | οἱ | Θεοδῶται |
γενική | τοῦ | Θεοδώτου | τῶν | Θεοδωτῶν |
δοτική | τῷ | Θεοδώτῃ | τοῖς | Θεοδώταις |
αιτιατική | τὸν | Θεοδώτην | τοὺς | Θεοδώτᾱς |
κλητική ὦ! | Θεοδῶτᾰ | Θεοδῶται | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Θεοδώτᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Θεοδώταιν | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Θεοδώτης < + -ώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΘεοδώτης αρσενικό
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- Θεοδώτης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press