Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /za.fiˈɾu.ða/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ζα‐φει‐ρού‐δα

  Ετυμολογία 1

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Ζαφειρούδα οι Ζαφειρούδες
      γενική της Ζαφειρούδας
    αιτιατική τη Ζαφειρούδα τις Ζαφειρούδες
     κλητική Ζαφειρούδα Ζαφειρούδες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ζαφειρούδα < Ζαφείρ(ης) + -ούδα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ζαφειρούδα θηλυκό

  Ετυμολογία 2

επεξεργασία
Ζαφειρούδα < γενική ενικού του αρσενικού Ζαφειρούδας

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ζαφειρούδα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Ζαφειρούδα αρσενικό