Ζακαίικα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | Ζακαίικα | ||
γενική | των | Ζακαίικων | ||
αιτιατική | τα | Ζακαίικα | ||
κλητική | Ζακαίικα | |||
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζακαίικα < + -αίικα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /zaˈce.i.ka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐καί‐ι‐κα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζακαίικα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό