Ελληνορωσίδα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ελληνορωσίδα < Ελληνορώσ(ος) + -ίδα (ελληνο- + Ρωσίδα)
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.li.no.ɾoˈsi.ða/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ελ‐λη‐νο‐ρω‐σί‐δα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΕλληνορωσίδα θηλυκό
- (εθνικό όνομα) θηλυκό του Ελληνορώσος
- ※ Η Ελληνορωσίδα καλλιτέχνιδα είχε ζητήσει ακρόαση για ένα αίτημά της προς την Αρμοστεία με το οποίο ζητούσε να δοθεί δωρεάν η άδεια αναχώρησης του θιάσου της για τη Σύρο (Βασίλης Τζανακάρης, Σμύρνη 1919-1922: Αριστείδης Στεργιάδης εναντίον Χρυσοστόμου Σμύρνης, (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2019), σελ. 539)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ελληνορωσίδα
|