Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πάλιν < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πάλιν

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

πάλιν

  1. (τοπικό επίρρημα, κίνησης) προς τα πίσω
  2. (χρονικό επίρρημα)
    1. (δήλωση επανάληψης) ξανά, εκ νέου, όπως η νεοελληνική πάλι
    2. (δήλωση χρονικής ακολουθίας) έπειτα, στη συνέχεια
  3. (αντιθετική σημασία) όμως, εξάλλου, απ' το άλλο μέρος, εν τούτοις, μολαταύτα
  4. (εμφατικό)
    ※  Πείνα μου, πάλιν πείνα μου, καὶ δεύτερον σὲ γράφω (Ανωνύμου, Πτωχοπρόδρομος (12ος αιώνας). III 273‑7] χφ P)
  5. (+ καί + υποθετική πρόταση) αν όμως
  6. (προεξαγγελτικό) σε διήγηση, για να εισάγει νέο κεφάλαιο σε διήγηση

Σημειώσεις επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πάλιν < λείπει η ετυμολογία

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Επίρρημα επεξεργασία

πάλιν

Σύνθετα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία