πάλε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πάλε < πάλι
Επίρρημα επεξεργασία
πάλε
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίρρημα επεξεργασία
πάλε
- άλλη μορφή του πάλιν
- άλλες μορφές: πάλεν
Δείτε επίσης : πάλαι, Πάλε |
πάλε
πάλε