Ετυμολογία

επεξεργασία

παλιν-

  • το αρχαίο επίρρημα πάλιν(πάλι)) ως πρώτο συνθετικό που δηλώνει κατεύθυνση προς τα πίσω και επανάληψη αυτού που σημαίνει το δεύτερο συνθετικό
    παλινδρόμηση

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία

παλιν-

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
παλιν- < πάλιν