Δρίβας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Δρίβας | οι | Δρίβηδες & Δριβαίοι |
γενική | του | Δρίβα | των | Δρίβηδων & Δριβαίων |
αιτιατική | τον | Δρίβα | τους | Δρίβηδες & Δριβαίους |
κλητική | Δρίβα | Δρίβηδες & Δριβαίοι | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Γρίβας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δρίβας < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈðɾi.vas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δρί‐βας
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔρίβας αρσενικό (θηλυκό Δρίβα)