Δουνιάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Δουνιάς < λόγια επίδραση στο Ντουνιάς με τροπή του [d] (ντ) σε [ð] (δ) < οθωμανική τουρκική προέλευση
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ðuˈɲas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δου‐νιάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔουνιάς αρσενικό (θηλυκό Δουνιά)