Διακολιός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Διακολιός < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ðʝa.koˈʎos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δια‐κο‐λιός
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔιακολιός αρσενικό (θηλυκό Διακολιού)
Διακολιός αρσενικό (θηλυκό Διακολιού)