Δερβισάδες
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Δερβισάδες | ||
γενική | των | Δερβισάδων | ||
αιτιατική | τους | Δερβισάδες | ||
κλητική | Δερβισάδες | |||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Δερβισάδες < δερβισάδες < πληθυντικός αριθμός του δερβίσης
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ðeɾ.viˈsa.ðes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δερ‐βι‐σά‐δες
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Δερβισάδες αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (παρωχημένο) χωριό της Φθιώτιδας, πρώην ονομασία του Αγίου Σεραφείμ[1]
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Δερβισάδες