Γωγοβίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Γωγοβίτης | οι | Γωγοβίτηδες |
γενική | του | Γωγοβίτη* | των | Γωγοβίτηδων |
αιτιατική | τον | Γωγοβίτη | τους | Γωγοβίτηδες |
κλητική | Γωγοβίτη | Γωγοβίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Γωγοβίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Γωγοβίτης < + -ίτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓωγοβίτης αρσενικό (θηλυκό Γωγοβίτη ή Γωγοβίτου)