Γουρουνάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Γουρουνάς < επάγγελμα γουρουνάς
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣu.ɾuˈnas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γου‐ρου‐νάς
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓουρουνάς αρσενικό (θηλυκό Γουρουνά)
Γουρουνάς αρσενικό (θηλυκό Γουρουνά)