Γοργοβίτσα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Γοργοβίτσα | ||
γενική | της | Γοργοβίτσας | ||
αιτιατική | τη | Γοργοβίτσα | ||
κλητική | Γοργοβίτσα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Γοργοβίτσα < σλαβικής προέλευσης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɣoɾ.ɣoˈvi.t͡sa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γορ‐γο‐βί‐τσα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓοργοβίτσα θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (παρωχημένο) χωριό της Εύβοιας, πρώην ονομασία του Πολυλόφου[1]