Γιωτόπουλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Γιωτόπουλος | οι | Γιωτόπουλοι & Γιωτοπουλαίοι1 |
γενική | του | Γιωτόπουλου & Γιωτοπούλου |
των | Γιωτόπουλων2 & Γιωτοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Γιωτόπουλο | τους | Γιωτόπουλους3 & Γιωτοπουλαίους |
κλητική | Γιωτόπουλε | Γιωτόπουλοι & Γιωτοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Γιωτοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Γιωτοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΓιωτόπουλος αρσενικό (θηλυκό Γιωτοπούλου)