Βρούτιος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βρούτιος | οι | Βρούτιοι |
γενική | του | Βρούτιου & Βρουτίου |
των | Βρούτιων & Βρουτίων |
αιτιατική | τον | Βρούτιο | τους | Βρούτιους & Βρουτίους |
κλητική | Βρούτιε | Βρούτιοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βρούτιος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒρούτιος αρσενικό