Βουγομήλα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Βουγομήλα | ||
γενική | της | Βουγομήλας | ||
αιτιατική | τη | Βουγομήλα | ||
κλητική | Βουγομήλα | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βουγομήλα < σλαβικής προέλευσης [1]• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /vu.ɣoˈmi.la/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βου‐γο‐μή‐λα
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒουγομήλα θηλυκό
- (παρωχημένο) χωριό της Φθιώτιδας, πρώην ονομασία του Αργυροχωρίου[2]